από την Καθημερινή
Η Αθήνα συμμάχησε με τη Φύση χθες το απόγευμα για να αποχαιρετίσει τον καλλιτέχνη. Ολα βρέθηκαν εν αρμονία στο Πρώτο Νεκροταφείο, όπως ταίριαζε σ’ έναν κορυφαίο της γενιάς του, όπως ταίριαζε στον ταλαντούχο ζωγράφο, στον αισθητή και μποέμ, στον μαιτρ του αχειροποίητου, τον Νίκο Αλεξίου. Ολα αιωρούνταν στη διαύγεια. Ο αιθέρας: ψυχρός τεφρός ο ουρανός, και κρύο ξηρό. Το χρώμα: κάτω από τον ψυχρό ουρανό έλαμπαν διαυγείς οι τόνοι του πράσινου, του πεύκου, του κυπαρισσιού, του φοίνικα, τα υπόλευκα ρόδα, η πολυχρωμία των λουλουδιών. Ο ήχος: κελαϊδίσματα πουλιών, απόηχοι από την νεκρώσιμη ακολουθία, σπαράγματα του Ιωάννη Δαμασκηνού: «Πάντα σκιάς ασθενέστερα, πάντα ονείρων απατηλότερα... Ως άνθος μαραίνεται, και ως όναρ παρέρχεται... Ου παραμένει ο πλούτος, ου συνοδεύει η δόξα...» Το ανθρωπογενές περιβάλλον: Σκουροντυμένοι, σιωπηλοί, ζωγράφοι συνομήλικοι πενηντάρηδες και μεγαλύτεροι και νεότεροι, ηθοποιοί, συγγραφείς, εκδότες, θεατράνθρωποι, καλλιτέχνες ας πούμε όλοι, εδώ όμως χωρίς την αυταρέσκειά τους, χωρίς ναρκισσισμό· χλωμές, με ξέβαφες ρίζες οι γυναίκες, αξύριστοι, βλοσυροί οι άνδρες, με σκοτεινά παλτά, ψιθύριζαν διστακτικά και αγκαλιάζονταν όλοι αυθορμήτως και φιλιόντουσαν παρηγορητικά: κι είχε άφθαστη αλήθεια τούτη η ταπείνωση ενώπιον του τετελεσμένου, η γονυκλισία ενώπιον του πεπρωμένου. Ραγισματιά μία: το παγωμένο πρόσωπο κατά τον ύστατο ασπασμό. Ραγισματιά δεύτερη: το μύρωμα και τα άνθη στο σώμα. «Και ίδω εν τοις τάφοις κειμένην την κατ’ εικόνα θεού, πλασθείσαν ημίν ωραιότητα, άμορφον, άδοξον, μη έχουσα είδος. Ω του θαύματος!». Ο μεταστάς ενορχήστρωνε φως, χρώματα, ήχους, κείμενα και ανθρώπους, σαν να έστηνε το τελευταίο μεγάλο έργο του, σαν να επαναλάμβανε το μεγαλειώδες έργο του στην Μπιενάλε Βενετίας, προ τετραετίας, υπό τον προφητικό τίτλο: The End. Mια μονολόγιστος προσευχή τότε, με την άυλη απόδοση του μωσαϊκού δαπέδου της Μονής Ιβήρων· ένα συμφωνικό ποίημα χθες, ένας μακρύς αποχαιρετισμός, μια βαθιά υπόκλιση στο φινάλε. Με κοινό παρονομαστή το κάλλος. Η εκδημία του πενηντάχρονου ζωγράφου σήμαινε χθες, με τον τρόπο της, το τέλος μιας εποχής· με τον τρόπο της: τον τρόπο του βίου του Νίκου Αλεξίου, βίο καλλιτέχνη και πλάνητα, μοναχικού και σπινθηροφόρου, ενός ρομαντικού της γενιάς της μεταπολίτευσης· και τον απότομο, βίαιο, απροσδόκητο τερματισμό αυτού του βίου – όλα τελείωσαν μέσα σε έξι μήνες. Ετσι βίαια, απροσδόκητα, πικρά, τερματίζονται τώρα τα ωραιότερα πράγματα της περασμένης 30ετίας, τα κομψά και ανωφελή, τα υπερβατικά, οι γενναιόδωρες σπατάλες της νιότης, η εμπειρία και η γνώση της ωριμότητας. Μα το κάλλος της εκδημίας, που εποίησε ο καλλιτέχνης, έτσι όπως το νιώσαμε χθες, η αξιοπρέπεια και η γενναιότης της αναχώρησής του, είναι ήδη κληρονομιά παρηγορητική και ελπιδοφόρα. Και σημαίνει πολλά για τα μελλούμενά μας.
1 σχόλιο:
Πολύ ωραίο κείμενο.Καλό του ταξίδι...
Δημοσίευση σχολίου