Μιά συγκλονιστική αφήγηση από τον Στέργιο και η ιστορία ενός τραγουδιου ("Ο δρόμος")Αριστερά και πολιτικήΤου Στέργιου
Τον Μ. Λοΐζο δε τον πολυήξερα προδικτατορικά. Δεν τραγουδιόταν και πολύ στα σοκάκια των Σερρών. Κάποια σκόρπια τραγούδια που άκουγα σαν «Λαμπράκης» δεν μου έλεγαν πολλά, ήταν η παντοκρατορία του Μίκη.
Όμως στη εξορία, όταν μας μετέφεραν, το 1968, από το Λα
κκί στον Ωροπό, εμάς τους νέους για να μας… «ανασκολοπίσουν» ιδεολογικά και πολιτικά, κάναμε χορωδία και αρχίσαμε δειλά – δειλά τα απογευματοβράδια να τραγουδάμε μεταξύ άλλων και τραγούδια Μάνου. Εκεί τον έμαθα…
Απ’ έξω ο κόσμος άρχισε να περνά και να στέκεται να ακούει κάτι απίστευτο για το μαύρο σκοτάδι της δικτατορίας!
Το νέο μεταδόθηκε σαν αστραπή και εμείς ξέραμε ότι έξω πολλά αυτιά περίμεναν να «ακούσουν». Ήταν Αύγουστος και πολλοί επέλεγαν τον Ωροπό τάχα για το μπάνιο, λίγο πιο πέρα από τη φυλακή.
Είχαμε κατορθώσει και περάσαμε ένα ακορντεόν! Άρχισε να το παίζει στα φοβερά χέρια του ο Κούλης Υψηλάντης. Γέμισε ο Ωροπός τραγούδι! Γέμισε με μηνύματα. Τα τραγούδια του Μάνου, ο δρόμος, το ακορντεόν, τα νέγρικα κ.α. σε πρώτη φάση. Δεν ξέρω πως εισάγαμε τις περτιτούρες τους στο στρατόπεδο αφού, κάποια απο αυτά, ακόμη δεν είχαν κυκλοφορήσει έξω.
Η δικτατορία αγρίεψε. Πήγαινε για μαλλί και θα έβγαινε κουρεμένη! Διέταξε τη διοίκηση να σκληρύνει απότομα και να επιβάλει την ολοκληρωτική υποταγή μας σε κανόνες αναμορφωτηρίου.
Εμείς δυναμώναμε τα τραγούδια και την αντίσταση. Το ακορντεόν κατασχέθηκε. Στο μεταξύ μάθαμε καλά τα τραγούδια του Μάνου και τα τραγουδούσαμε δυνατά πια, όσες απειλές και αν εκτόξευαν.
Έτυχε να συμπέσει τότε η απόπειρα του Παναγούλη. Μπήκαν με τα όπλα στο στρατόπεδο και απαίτησαν άμεσα δήλωση υποταγής και αποδοχή κανόνων αναμορφωτηρίου!
Τους κοροϊδέψαμε χλευαστικά!
Η λόγχη εφ’ όπλου!
Αντιπαραταχθήκαμε στην αυλή με στρατιώτες και αστυνομικούς. Δυο σειρές εμείς, τρεις σειρές αυτοί. Στεκόμασταν απέναντί τους αγέρωχοι, ακίνητοι και ευθυτενείς.
Κάποιος από μας τους προκάλεσε τότε ξαφνικά: «βαρέστε ρε»!!! Τους χλεύαζε!
Απίστευτη πρόκληση σε κρίσιμη στιγμή! Αντιπαράθεση και σιωπή λίγο πριν την έκρηξη. Ένα τσακ μπορεί να σήμαινε και ένα μπαμ. Ο αξιωματικός μας είχε δώσει διορία υποταγής, διαφορετικά θα διατάξει πυρ! Τώρα λάβαινε κατάμουτρα πρόκληση.
Δεν μπορείς να υπολογίσεις πόσος χρόνος περνάει σε τέτοιες στιγμές. Κάτι σαν αιώνες νομίζω. Όλη η ζωή μας ξαφνικά πέρασε από μπροστά μας. Όμως ήμασταν ακόμα εκεί, όρθιοι.
Είχε προηγηθεί πριν λίγους μήνες η «Επίθεση του ΤΕΤ», η μεγάλη επίθεση των Βιετ-Κόγκ στο Βιετνάμ με την έναρξη του 1968, που κουρέλιασε τους αμερικανούς και τους δωσίλογους πράκτορές τους.
Μια φωτογραφία, μας γέμιζε θάρρος, να πεθάνουμε παρά να προσκυνήσουμε.
Το αδιέξοδο έσπασε ο Διοικητής, ένας έμπειρος και απίθανος τύπος, που κάτι είπε και διέταξε τους στρατιώτες να αποσυρθούν και δήθεν αυτός είχε τρόπο να μας υποτάξει.
Έφυγαν. Αρχίσαμε να τραγουδάμε το "Ακορντεόν" και το "Δρόμο" προκλητικά. Ήταν η δική μας νίκη! Από τότε το τραγούδι αυτό μου θυμίζει μόνο το δρόμο με τη μάντρα στα πλάγια της φυλακής. Το σιγοτραγουδώ, όχι χωρίς δάκρυα, κάθε που περνάω από κει…
Άρχισαν να καλούν την «ηγεσία» μας έναν - έναν τάχα για διαπραγμάτευση και συμβιβασμό. Εισέπρατταν άρνηση με ελαφρό μειδίαμα. Μας έβαζαν έναν - έναν στο κρατητήριο απομόνωσης. Από τον τρίτο και μετά παίρναμε και μια… κουβέρτα για να γελοιοποιήσουμε το διοικητή, δείχνοντας ότι ξέρουμε το "κόλπο".
Αλλά, «όλοι ήμασταν ηγέτες εκεί»!
Άρχισε να απελπίζεται ο διοικητής. Στο τέλος απλά θα μας μετέφερε όλους από τους θαλάμους στο κρατητήριο, το οποίο δεν μας χωρούσε. Πλήρες αδιέξοδο και εδώ.
Μας άφησε. Τότε τους πήραμε φαλάγγι. Αρχίσαμε τα τραγούδια και να λέμε διάφορα υπονοούμενα – συνθήματα για να ακούν οι απέξω. Οικογένειες, γνωστοί και άγνωστοι απέξω.
Η χούντα σε πλήρες αδιέξοδο, με τους νέους που νόμισε οτι ήταν εύκολη λεία για να τους αλλαξοπιστήσει.
Σε λίγες μέρες μεταγωγή στη Γιούρα. Δεν μας άντεξαν! Μέσα στο αρματαγωγό της μεταγωγής γινόταν της «Ανάστασης»! Επτά ώρες επαναστατικά, αντάρτικα και αγωνιστικά τραγούδια. Μέσα και τα τραγούδια του Μάνου. Οι φρουροί δεν πίστευαν στα μάτια τους.
Έτσι μπήκε και δεν βγήκε ποτέ ο Μάνος από τη καρδιά μου.
Έτσι δένει το τραγούδι με τους αγώνες
Μνήμες που και σήμερα φέρνουν δάκρυα συγκίνησης αλλά και διδάσκουν.
Προπαντός διδάσκουν ότι, «Τίποτα δεν πάει χαμένο»!
Υ.Γ.(Γιώργου Σαρρή) Διαβάζοντας την τρομερή διηγηση του Στέργιου κόλλησα στις χρονολογίες. Ο Δρόμος του Μάνου κυκλοφόρησε το 1974, δηλαδή πολύ αργότερα και έτσι το μυαλό μου πήγε στο λάθος , στο ότι ίσως κάπου κάτι μπερδεύτηκε στο μυαλό του μετά από τόσα χρόνια.Τον πήρα τηλέφωνο και τον ρώτησα πως μπορεί να τραγουδουσαν ένα τραγούδι που κυκλοφόρησε χρόνια μετά."Δεν ξέρω" μου είπε "πως έφτασαν τα τραγούδια μέχρι τη φυλακή, αλλά έτσι είναι"
Ετσι σκαλίζοντας τα παλιά να τι βρήκα.Από διήγηση του Λ.Παπαδόπουλου:
"Το 1964 βρίσκει τον Λοίζο να τραγουδά σε μια ιδιότυπη μπουάτ του Κολωνακίου, τη Στοά, μαζί με τον Σαββόπουλο και την Φαραντούρη. Είναι η εποχή που όπως έλεγε ο Λοίζος θα πάει στη "Στοά" ένα κορίτσι, η Κωστούλα Μητροπούλου, και θα του δώσει τους στίχους δύο τραγουδιών, που θα σημαδέψουν ανεξίτηλα τη καριέρα του. Τα τραγούδια αυτά είναι ο "Δρόμος" και ο "Σρατιώτης" που μαζί με το "Ακορντεόν" θα επιβάλουν τον Μάνο...."κλπ.
Ακόμα βρήκα οτι η πρώτη εκτέλεση του "Δρόμου" είναι από την Σούλα Μπιρμπίλη το 1965 σε ύφος νέου κύματος και μετά από 9 χρόνια (1974) από τον Λοΐζο στη γνωστή εκτέλεση.
Ετσι λοιπόν φαίνεται πως τα τραγούδια που είχαν παιχθεί σε κάποιες μπουάτ πέρασαν στόμα με στόμα στον Ωρωπό το 1968 επιβεβαιώνοντας συγκλονιστικά την ιστορια που διηγειται ο Στέργιος.
(Η Σ.Μπιρμπίλη ήταν τραγουδίστρια του νέου κύματος και έιχε κερδίσει το Α' βραβείο στο φεστιβάλ Θεσ/κης με το τραγούδι του Νότη Μαυρουδή "Ηταν μεγάλη νύχτα".)