Επειδή αρνιόμαστε την αμνησία, για τη σημερινή μαύρη επέτειο, επιλέξαμε το “Παράπονο κολίγου στον Εσταυρωμένο”, γραμμένο πριν από αιώνες από τον Σικελό Lionardo Vigo Calanna (1799-1879), εκπρόσωπο του σικελικού πολιτισμού και που μας φαίνεται ότι αρμόζει στις μέρες μας…
(Η κακιά ράτσα)
Κάποτε ένας κολίγος, σ’ αυτή την πλατεία,
έτσι προσευχόταν στον Εσταυρωμένο, και του ‘λεγε:
Χριστέ μου, το αφεντικό μου μ’ εκμεταλλεύεται,
μου φέρεται σαν σ’ αδέσποτο σκυλί,
τ’ αρπάζει όλα με τη χερούκλα του,
μου λέει και πως η ζωή μου του ανήκει,
πως δεν είναι δική μου,
με τιμωρεί, με φυλακίζει…
Σε παρακαλώ, κάντο για ‘μένα Χριστέ μου,
εξαφάνισε αυτή την κακιά ράτσα.
Γιατί εσύ δεν έχεις χέρια;
Ή μήπως τα έχεις σταυρωμένα σαν εμένα;
Όποιος θέλει δικαιοσύνη ας την κερδίσει μόνος του.
Μην ελπίζεις πως οι άλλοι θα στην προσφέρουν…
Αν είσαι άνθρωπος κι όχι παλαβός,
άκου καλά τη συμβουλή μου…
Εγώ δεν θα βρισκόμουν καρφωμένος σ’ αυτό το σταυρό,
αν έκανα αυτό που τώρα συμβουλεύω εσένα…
Κλαίγεσαι… γιατί κλαίγεσαι;
Πιάσε ένα ματσούκι και δείξε την οργή σου…
Πιάσε ένα ματσούκι και δείξε την οργή σου…
(μετάφραση στην ελληνική από τη σικελική διάλεκτο: Margherita Salvato)
Ακολουθεί η πρωτογενής γραφή, στη σικελική διάλεκτο...
Lamento di un servo ad un Santo crocifisso
(Lionardo Vigo Calanna marchese di Gallodoro 1799-1879)
Malarazza
Nu servu tempu fa d’intra na piazza
Prigava a Cristu in cruci e ci dicia
Cristu lu mi padroni mi strapazza
Mi tratta comu un cani pi la via
Si pigghia tuttu cu la sua manazza
Mancu la vita mia dici che è mia
Distruggila Gesù sta malarazza
Distruggila Gesù fallu pi mmia
fallu pi mia.
E Cristu m’arrispunni dalla cruci
Forsi si so spizzati li to vrazza
Cu voli la giustizia si la fazza
Nisciuni ormai chiù la farà pi ttia
Si tu si un uomo e nun si testa pazza
Ascolta beni sta sentenzia mia
Ca iu ‘nchiodatu in cruci nun saria
S’avissi fattu ciò ca dicu a ttia
Ca iù ‘inchiadatu in cruci nun saria
Tu ti lamenti ma che ti lamenti, pigghia nu bastoni e tira fora li denti
Tu ti lamenti ma che ti lamenti, pigghia nu bastoni e tira fora li denti
1 σχόλιο:
Τι θαυμάσια μουσική!!!
Τι να πω; Εγώ ποτέ δεν ήμουν ποιητής. Γράφω μόνο κάτι σαν από αυτά που έγιναν, γίνονται και θα γίνουν.
Στη μαύρη αυτή επέτειο το μόνο που μπορώ να προσθέσω είναι ένα απόσπασμα…
Αναμνήσεις από τις πρώτες μέρες της δικτατορίας του ΄67
«Ξεκινήσαμε με τα στρατιωτικά GMC. Δυο χωροφύλακες φύλαγαν στις άκρες της καρότσας και χωρίζονταν από μας με παραπέτο μουσαμά. Από τα σχισίματα των καλυμμάτων βλέπαμε αμυδρά που πηγαίναμε. Προς Καβάλα… Ο δρόμος στις άκρες είχε σε τακτές αποστάσεις φρουρούς ΜΑΥδες οπλισμένους επ’ ώμου, αγροφύλακες και στρατιώτες..
"Ποιος τη ζωή μου, ποιος τη κυνηγά
να τη ξεμοναχιάσει μεσ’ τη νύχτα,
ουρλιάζουν και σφυρίζουν φορτηγά
σαν ψάρι μ’ έχουν πιάσει μεσ’ τα δίχτυα…
Για κάποιον μεσ’ τη νύχτα είναι αργά…."
Μετά από ώρες βασανιστικής πορείας σε αργή κίνηση σταματάνε όλα τα οχήματα σε ένα γήπεδο κάπου ψηλά, κοντά στο Παγγαίο. Τα φορτηγά των κρατουμένων δίπλα- δίπλα. Οι προβολείς των άλλων αυτοκίνητων φώτιζαν τα πάντα. Ήταν σε κύκλο γύρω μας. Οπλοπολυβόλα στημένα παντού με περασμένες τις δεσμίδες έτοιμες, χύμα κάτω. Σταδιακά επικράτησε απόλυτη ησυχία. Μόνο οι φωνές των αξιωματικών ακούγονταν με αντίλαλο να δίνουν με μανία διαταγές δεξιά και αριστερά για να παραταχθούν οι στρατιώτες και οι ΜΑΥδες. Τραγική σιωπή και από τους κρατούμενους στα GMC. Κάποιος μουρμούρισε ότι τον Μπελογιάννη τον εκτέλεσαν με το φως των προβολέων των αυτοκινήτων.
Ξαφνικά η Κατερίνα (που «έφυγε» μετά από χρόνια σιωπηλά χωρίς ποτέ να συνέλθει από το σοκ) βγάζει μια σπαρακτική κραυγή αλλοφροσύνης που ακούστηκε πέρα ως πέρα και στα άλλα φορτηγά: «Αααχ μανούλα μου, εδώ θα μας σκοτώσουν!». Έπεσε ανατριχίλα. Οι χωροφύλακες που μας φρουρούσαν κέρωσαν. «Θα μας εκτελέσουν;» τους ρώτησε κάποιος. Έχασαν τα λόγια τους. «Όχι, όχι» ψέλλισε ο ένας χωρίς καν να το πιστεύει γιατί έβλεπε καθαρά τα στημένα πολυβόλα. Κάθε άλλο παρά περίμενε να δει κάτι τέτοιο. Ο φόβος άρχισε να τους ζώνει και αυτούς. Κρατούμενοι και χωροφύλακες, παρά τις διαφορετικές θέσεις, στην ίδια αγωνία για την επόμενη στιγμή. Κάποιες φωνές απελπισίας ακουστήκαν από δίπλα και από άλλα φορτηγά.
(….)
Περιμέναμε, περιμέναμε με αγωνία να ακούσουμε κάθε στιγμή, κάθε λεπτό μια φοβερή διαταγή: «όλοι κάτω»! Να ακούσουμε τη φωνή: «παραταχθείτε». Να ακούσουμε: «πυρ»! Η φαντασία μάτωνε το νου κι’ ο φόβος το κορμί μας. Και πάλι όμως σιωπή από μας και τους φρουρούς μας, δε γινόταν τίποτα. Κάποια τριζόνια και νυχτοπούλια ξεθάρρεψαν και άρχισαν να ακούγονται ξανά. Μια ανεμική ελπίδα άρχισε να παρενοχλεί με αναίδεια τις μαύρες σκέψεις μας.
(….)
Έναν αιώνα μετά και ενώ οι ζωές μας έκαναν τον κύκλο του ουρανού εκατό φορές και τα πολυβόλα ήταν έτοιμα να ξεσκίσουν την απόλυτη σιωπή μας, ακούγεται μια δυνατή φωνή: «ξεκινάμε, όλοι στις θέσεις σας». Πανικός χαράς! Ανακούφιση. Το κλίμα αποφορτίστηκε απότομα.
Ο Μιχάλης ο σουβλάκιας είπε κάτι και ακούστηκαν χαμηλόφωνα γέλια. Κάποιοι άρχισαν να γελούν νευρικά. Ο μπάρμπα - Μίκηκης ο καφεκόπτης μας έταξε το καλύτερο χαρμάνι καφέ. Άλλοι κοίταζαν εμένα με ευγνωμοσύνη για ό,τι είπα μέσα σε μια άγνοια κινδύνου - ότι να μη φοβόνται και δεν θα μας εκτελέσουν … - ήταν σαν και να καθόρισα εγώ την εξέλιξη! Έσκυψα το κεφάλι. «Γλιτώσαμε μια εκτέλεση» είπα μέσα μου χωρίς να ξέρω το πώς και γιατί. Ακούγαμε με αγαλλίαση όλα τα οχήματα να ξαναβάζουν μπρος και να κινούνται σε θέσεις πορείας. Είχαμε επιβιώσει!
Στο μεταξύ η φάλαγγα ενώθηκε με άλλα φορτηγά που έφεραν κρατούμενους από άλλες περιοχές, Βισαλτία και Φυλλίδα. Τριακόσιοι Σερραίοι σε μια τεράστια πομπή! Για τη Νέα Πέραμο, για τη Γιούρα μαζί με χιλιάδες άλλους…»
Από δημοσιευμένο κείμενο με τίτλο «Μαρτυρίες. Οι εκτελέσεις που δεν έγιναν…»
Τα γεγονότα είναι αληθινά, μέρος μια σειράς παρόμοιων γεγονότων…»
Δημοσίευση σχολίου